- ὑποβάκχειος
- ὑποβάκχειος, ὁ (sc. πούς),A the metrical foot ?ὑποβάκχειοςX ¯ ¯ , D.H.Comp.17, Choerob.in Heph.p.216C.2 the foot ¯ ?ὑποβάκχειοςX ?ὑποβάκχειοςX ¯ , ib.p.218 C.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ὑποβάκχειος — the metrical foot masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υποβάκχειος — ὁ, Α (μετρ.) 1. ονομασία τού μετρικού ποδός ∪ 2. ονομασία τού ποδός ∪∪ . [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + Βακχεῖος] … Dictionary of Greek
ὑποβακχείους — ὑποβάκχειος the metrical foot masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποβάκχειοι — ὑποβάκχειος the metrical foot masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποβάκχειον — ὑποβάκχειος the metrical foot masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)